Ιστορία της Διατροφής

ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΚΑΙ ΠΑΛΑΙΟΛΙΘΙΚΗ ΕΠΟΧΗ

—Ο πρωτόγονος άνθρωπος κατά την Παλαιολιθική Εποχή, πολύ πριν το 10.000 π.Χ., είχε ως κύρια και σημαντική απασχόλησή του την ανεύρεση και συλλογή τροφής, γι’ αυτό και ονομάστηκε τροφοσυλλέκτης. Την αναζητούσε στο περιβάλλον στο οποίο ζούσε συλλέγοντας καρπούς, ρίζες, βλαστούς και άλλα είδη χόρτων, κυνηγώντας πουλιά, άγρια ζώα και πιάνοντας ψάρια. Ζούσε σε μικρές ομάδες προσπαθώντας να επιβιώσει σε ένα περιβάλλον όχι πολύ φιλικό και διαρκώς μεταβαλλόμενο. Όταν εξαντλούνταν οι πηγές ανεύρεσης της τροφής του, μετακινείτο προς άλλες περιοχές. Έτσι έθεσε τις βάσεις της διατροφής του σημερινού ανθρώπου.

—Με την πάροδο των χρόνων (8.000 π.Χ.), ο άνθρωπος – τροφοσυλλέκτης άρχισε να αξιοποιεί τις γνώσεις του που είχε αποκτήσει γύρω από τα φυτά. Είναι η περίοδος της «Παραγωγικής Επανάστασης» όπου τίθενται οι βάσεις της σημερινής γεωργίας και ο άνθρωπος μετατρέπεται από τροφοσυλλέκτη σε καλλιεργητή. Άρχισε να καλλιεργεί τη γη και να παράγει ένα μεγάλο μέρος της τροφής του. Η σημαντική αυτή αλλαγή για την ιστορία της ανθρωπότητας γεωγραφικά τοποθετείται στην Εγγύς Ανατολή.

—Η αγροτική ζωή είχε ως επακόλουθο και την εξημέρωση ορισμένων ζώων. Περί το 3.000 π.Χ. εξημερώθηκαν τα πρώτα βοοειδή και αιγοπρόβατα, όνοι και άλλα. Οι πρώτες εκτροφές έγιναν σε περιοχές της Ασίας και της Αιγύπτου αλλά σύντομα διαδόθηκαν και αλλού. Έτσι ο άνθρωπος εξασφάλισε παραγωγή κρέατος και άλλων ζωικών προϊόντων, μυϊκή δύναμη για διευκόλυνση της εργασίας του, κοπριά για τη λίπανση και δέρματα για την ένδυσή του.


ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΑΙΓΥΠΤΟ

—Ο Ηρόδοτος ονόμασε την Αίγυπτο «δώρο του Νείλου». Οι περιοχές που ήταν πιο κοντά στο ποταμό του Νείλου ήταν πιο γόνιμες καθώς οι πλημμύρες του κάλυπταν τη γη με ένα στρώμα λάσπης, που δρούσε σαν λίπασμα. 

—Οι Αιγύπτιοι, που γνώριζαν να εκτιμήσουν την γη τους και δεν φειδωλεύονταν σε κόπους, φοβόνταν την πείνα. Γνωρίζουμε ότι βάση της διατροφής των πλούσιων Αιγυπτίων ήταν το κρέας, τα ψάρια και τα δημητριακά, καθώς επίσης κι ότι υπήρχαν 33 ποικιλίες κρέατος, 24 ποικιλίες ψαριού και 48 φαγητά φούρνου. Το βόδι ήταν ο μεγαλύτερος προμηθευτής κρέατος και με την λέξη «ίουα» ονόμαζαν το αφρικανικό βόδι, ένα μεγαλόσωμο ζώο με μεγάλα συνήθως κέρατα και γρήγορο βάδισμα. Ονόμαζαν «ουντζού» τα πολύ μικρότερα βόδια, που κατά κανόνα δεν είχαν κέρατα ή αν είχαν ήταν πολύ μικρά και «νέγκα» τα βόδια που είχαν ωραία κέρατα. Πήγαιναν συχνά στην έρημο και κυνηγούσαν αντιλόπες και γαζέλες και ζούσαν περισσότερο από το κυνήγι παρά από την κτηνοτροφία. Ο κόκορας και η κότα δεν ήταν ακόμη γνωστά, η πτηνοτροφία ωστόσο και η κατανάλωση πουλερικών ήταν μεγάλη (περιστέρια, χήνες, γερανοί, ορτύκια). Σε ορισμένους νομούς και πόλεις απαγορεύονταν να τρώνε ψάρι όμως τεράστιες ποσότητες ψαριών αναφέρονται ανάμεσα στα διάφορα τρόφιμα που μοιράζονταν στους ναούς των Θηβών της Όν και της Μέμφιδας, κέφαλοι, μουρμούρες καθώς και μεγάλα ψάρια όπως ο χρόμης και ο λάτης. Το σκόρδο το εκτιμούσαν πάρα πολύ και ήταν άφθονο στην Αίγυπτο, όπως επίσης και τα αγγούρια, τα καρπούζια, τα πεπόνια, τα κρεμμύδια και τα πράσα. Οι κλασσικοί συγγραφείς ισχυρίζονταν πως η θρησκεία απαγόρευε στους Αιγύπτιους να τρώνε κουκιά και ρεβίθια για να μαθαίνουν έτσι οι άνθρωποι στη στέρηση ορισμένων πραγμάτων.


Η ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΜΑΓΙΑ ΤΩΝ ΑΤΖΕΚΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΙΝΚΑΣ

—Το 600 μ.Χ. οι Μάγια και οι Αζτέκοι έπαιρναν τους σπόρους του κακαόδεντρου, πρόσθεταν καρυκεύματα και παρασκεύαζαν ένα ρόφημα που το ονόμαζαν «τσοκολάτλ» ή πικρό νερό, και πίστευαν ότι τους προσέδιδε σοφία και γνώση.

—Αργότερα, οι Μεξικάνοι πίστευαν ότι η σοκολάτα καταναλωνόταν από τους θεούς στον παράδεισο και οι σπόροι του κακάο μεταβιβάστηκαν στον άνθρωπο σαν μια ειδική ευλογία από τον θεό του ανέμου.

—Όταν οι κατακτητές έφτασαν στη πρωτεύουσα των Αζτέκων την Tenochtitlan ανακάλυψαν ότι η διατροφή των ανθρώπων αποτελείτο κυρίως από πιάτα που είχαν ως βάση το καλαμπόκι με επιπλέον τσίλι και βότανα, συνήθως συμπληρωμένα με φασόλια και τομάτες ή κάκτους.

—Η διατροφή των ιθαγενών του Προκολομβιανού Μεξικό συμπεριλάμβανε σοκολάτα, βανίλια, τοματίνια, αβοκάντο, γκουάβα, παπάγια, sapote, mamey, ανανά, γουανάμπανα, χικάμα, γλυκοκολόκυθο, γλυκοπατάτα, φυστίκια, achiote, huitlacoche, γαλοπούλα και ψάρια.

—Οι γηγενείς κάτοικοι της Αμερικανικής ηπείρου καλλιεργούσαν μία ποικιλία υπερτροφών που έπαιζαν πολύ σημαντικό ρόλο στη διατροφή τους. Τόσο η κινόα, όσο ο αμάρανθος είναι δημητριακά υψηλής περιεκτικότητας σε πρωτεΐνη, περιέχοντας οκτώ με εννέα γραμμάρια αυτής ανά μερίδα. Η κινόα εθεωρείτο η μαγικά τροφή των Ίνκας.


Η ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΙΝΔΙΑ

—Η οικονομική ζωή στην αρχαία Ινδία στηριζόταν στη γεωργία. Οι σπορές αφορούσαν το ρύζι, τα κουκιά οι φακές και άλλα όσπρια καθώς και σουσάμι, κριθάρι, σιτάρι, λινάρι και κάνναβη. Καλλιεργούσαν ακόμα λαχανικά, κολοκύθια, αγγούρια και μπαχαρικά ενώ εξέτρεφαν και ζώα όπως, βουβάλια, αγελάδες, κριάρια, πρόβατα και γουρούνια. Τις αγελάδες τις θεωρούσαν ιερό ζώο και ήταν έγκλημα αν τις σκότωναν. Το εμπόριο των μπαχαρικών και των αρωμάτων ήταν ο σημαντικότερος τομέας στην οικονομία της αρχαίας Ινδίας. Πίστευαν ακόμα πως μπορούσαν να φάνε κρέας και ψάρια αρκεί να μην τα σκότωναν οι ίδιοι σε αντίθεση με σήμερα που η κρεοφαγία απαγορεύεται.

—Η κύρια τροφή τους ήταν το ρύζι το οποίο συνδύαζαν με όσπρια, με γιαούρτι και με καρυκεύματα κανέλα, κάρδαμο και μοσχοκάρυδο. Το σκόρδο και το κρεμμύδι απαγορευόταν και τα φαγητά τους νοστίμιζαν με χυμούς φρούτων ή με ξινά όπως το λεμόνι, το πορτοκάλι και το ρόδι. Από το σουσάμι παρήγαγαν το λάδι.

—Μετά το φαγητό συνήθιζαν να μασούν ένα κομμάτι φλούδας καρύδας βουτηγμένο στον ασβέστη και τυλιγμένο σε ένα φύλλο ινδικής πιπεριάς που το στερέωναν με ένα γαρύφαλλο. Η πικάντικη γεύση του είχε αποτέλεσμα να αρωματίζει την αναπνοή ενώ αύξανε την έκκριση του σάλιου που διευκόλυνε την πέψη.

—Οι Ινδοί στην αρχαιότητα συνόδευαν τα φαγητά τους με νερό, γάλα αλλά και με οινοπνευματώδη ποτά. Έφτιαχναν ποτά με την απόσταξη ρυζιού και κριθαριού και ένα μείγμα από ζάχαρη, πιπέρι και μάνγκου. Το ιδιαίτερο ποτό τους ήταν το «μαντχουπαρκά», που το έφτιαχναν από ζάχαρη, μέλι, γιαούρτι, λιωμένο βούτυρο και χόρτα.


Η ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΚΙΝΑ

—Στην αρχαία Κίνα υπήρχαν τέσσερις τάξεις ανθρώπων: στην πρώτη ανήκαν στην τάξη των ευγενών, στη δεύτερη ανήκαν οι γεωργοί, έπειτα οι τεχνίτες και στη συνέχεια οι έμποροι. Οι περισσότεροι ασχολούνταν με την καλλιέργεια της γης. Στη βόρεια Κίνα καλλιεργούσαν κυρίως σιτάρι και το κεχρί ενώ στη νότια το ρύζι. Η κτηνοτροφία τους παρείχε μεγάλο μέρος της διατροφής καθώς εξέτρεφαν μοσχάρια, αρνιά, γουρούνια, άλογα και ζαρκάδια.

—Η βασική τροφή τους ήταν το σιτάρι, το κεχρί και το ρύζι και έτρωγαν κρέας μόνο για να πετύχουν γευστική αντίθεση. Αυτά τα διατηρούσαν παστά, κοπανιστά με μπαχαρικά ή με ζύμωση μέσα στο κρασί. Τα λαχανικά τους άρεσαν ιδιαίτερα και είχαν μεγάλη ποικιλία από πεπόνια, νεροκολοκύθες, πιπερόριζες, σκόρδα και κρεμμύδια. Ακόμα μάζευαν τη βασιλική φτέρη και το φυλλώδες σταυράγκαθο.


Η ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΡΩΜΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ

—Στην αρχαία Ρώμη οι περισσότεροι ζούσαν στην ύπαιθρο και καλλιεργούσαν τη γη. Οι αγρότες παρήγαν τα τρόφιμα, τα υλικά και τα καύσιμα, που χρειάζονταν οι πόλεις για να επιβιώσουν. Καλλιεργούσαν πολλά δημητριακά, αμπέλια και ελαιόδεντρα. Οι ελιές και τα σταφύλια τρώγονταν αλλά μεγαλύτερη αξία είχαν το κρασί και το λάδι. Η εκτροφή των ζώων γινόταν για τη παραγωγή γαλακτοκομικών προϊόντων.

—Το αγαπημένο κρέας των Ρωμαίων ήταν το χοιρινό αλλά εξέτρεφαν πουλερικά και πρόβατα για το μαλλί και γάλα. Στα πλούσια αυτοκρατορικά γεύματα, τα οποία ήταν ξακουστά για τη χλιδή τους, σερβίρονταν ακριβά και σπάνια είδη διατροφής για την εποχή εκείνη όπως γαρίδες, ψάρια, κρέας μαγειρεμένο με ποικίλους τρόπους και με διάφορα καρυκεύματα, άφθονο κρασί και άλλα είδη που, πολλές φορές, ήταν εισαγόμενα από χώρες της Ανατολής (Κίνα, Ινδία) ή την Ισπανία, την Ελλάδα, τη Γαλλία.

—Κατά τη διάρκεια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, το μαρούλι βρισκόταν στην κορυφή της διατροφικής πυραμίδας καθώς πιστευόταν πως είχε θεραπευτικές ιδιότητες. Όπως και οι αρχαίοι Έλληνες προτιμούσαν τα θαλασσινά και ιδιαίτερα αγαπητή ήταν η τσιπούρα και η σμέρνα.

—Ένα ακόμα δημοφιλές συστατικό στη κουζίνα τους ήταν το «γκάρουμ» μια σάλτσα με δυνατή γεύση που έφτιαχναν από ψάρι, αλάτι και άλλα υλικά.

—Για τους Ρωμαίους πολίτες τα κύρια γεύματα ήταν το πρόγευμα, το μεσημεριανό γεύμα και το δείπνο. Το πρόγευμα περιοριζόταν συνήθως σε ένα κομμάτι ψωμί και τυρί ενώ το μεσημεριανό περιλάμβανε ένα κομμάτι ψωμί με λίγο κρέας, λαχανικά, φρούτα και λίγο κρασί. Τα δύο αυτά γεύματα ήταν σύντομα και δεν ήταν απαραίτητο να στρώνουν τραπέζι άλλωστε συνήθιζαν να τρώνε μισοξαπλωμένοι καθώς θεωρούσαν αυτόν τον τρόπο σημάδι ευγένειας και κοινωνικής υπεροχής.


 Η ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ

—Πολλά γραπτά δίνουν πληροφορίες για τη διατροφή των Βυζαντινών, που βασική επιδίωξη τους ήταν η αυτάρκεια του νοικοκυριού γι' αυτό κάθε οικογένεια καλλιεργούσε τα βασικά λαχανικά και εξέθρεφε κάποια ζώα (κυρίως πουλερικά). Στη διατροφή των Βυζαντινών βασικό ρόλο είχαν το ψωμί, τα λαχανικά, τα όσπρια και τα δημητριακά, που τα μαγείρευαν με διάφορους τρόπους ενώ ο πιο συνηθισμένος τρόπος ήταν το βράσιμο. 

—Τα κυριότερα είδη διατροφής ήταν το ψωμί, το λάδι, οι ελιές και το τυρί. Εκλεκτά τυριά θεωρούνταν το βλάχικο και το κρητικό ενώ γνωστά ήταν και το ανθότυρο και η μυζήθρα, και το κακής ποιότητας τυρί το ονόμαζαν «ασβεοτότυρον».

—Η φθηνότερη και πιο διαδεδομένη τροφή για το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού ήταν τα λαχανικά και τα όσπρια. Με δεδομένες δε τις μεγάλες περιόδους νηστείας που προβλέπει η Εκκλησία, και τις οποίες φαίνεται ότι τηρούσαν με αρκετή ευλάβεια οι Βυζαντινοί, οι τροφές αυτές καταναλώνονταν για μακρύ χρονικό διάστημα από το σύνολο του πληθυσμού.

—Μεγάλη κατανάλωση είχαν τα λάχανα, τα πράσα, τα κρεμμύδια, τα τεύτλα, τα μαρούλια, τα ραδίκια, το καρότο, ο αρακάς, η ρόκα. Άγνωστες φυσικά ήταν οι πατάτες και οι ντομάτες, που έφτασαν στην Ευρώπη πολύ αργότερα. Από τα όσπρια συναντάμε τα φασόλια, τις φακές, τα ρεβίθια, τα κουκιά, τα λούπινα.

—Τη διατροφή των Βυζαντινών συμπλήρωναν, κυρίως στις παραθαλάσσιες και παραποτάμιες περιοχές, τα ψάρια και τα θαλασσινά. Τα ζώα που εκτρέφονταν ήταν κυρίως για τα γαλακτοκομικά προϊόντα και τα αυγά. Η κατανάλωση κρέατος, ακόμη και του παστού, ήταν μια σπάνια πολυτέλεια για το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού.  Αντίθετα, στα τραπέζια των πλουσίων έβρισκαν συχνότερα τη θέση τους αρνιά, κατσίκια, κότες, πουλερικά, καθώς και κυνήγια.

—Σε ιδιαίτερη εκτίμηση είχαν τα χοιρινά κρέατα και τα εντόσθια θεωρούνταν υποδεέστερη τροφή, κατασκεύαζαν όμως με αυτά φαγητά που θυμίζουν το σημερινό κοκορέτσι (πλεκτήν) και τη γαρδούμπα (γαρδούμιον). Σούπες και ζωμοί με διάφορα λαχανικά, όσπρια, ψάρια ή και παστό κρέας φαίνεται ότι αποτελούσαν μία συνηθισμένη επιλογή στα βυζαντινά νοικοκυριά του 13ου αιώνα.

—Βασικό συμπλήρωμα της διατροφής ήταν τα φρούτα (μήλα, αχλάδια, σύκα ξερά και φρέσκα, κεράσια, σταφύλια, πεπόνια κ.ά.), καθώς και οι ξηροί καρποί (καρύδια, αμύγδαλα, φουντούκια).

—Τέλος, ως επιδόρπια (επίδειπνα ή δούλκια) είχαν διάφορα γλυκίσματα. Κύριο γλυκαντικό μέσο ήταν το μέλι. Γνωστά γλυκίσματα της εποχής είναι ο σησαμούς (παστέλι), η μουστόπιτα (μουσταλευριά), το κυδωνάτον (κυδωνόπαστο), διάφορα γλυκά κουταλιού, καθώς και είδος τηγανίτας (το λάγανον ή λαλλάγγι). Ένα γλύκισμα με φύλλα ζύμης, αμύγδαλα, καρύδια και μέλι μοιάζει να είναι ο πρόγονος του μπακλαβά.

—Για να προσδώσουν γεύση στο φαγητό πρόσθεταν διάφορα αρτύματα (ηδύσματα), όπως σάλτσες (που σερβίρονταν και σε ειδικά σκεύη, τα σαλτσάρια), αρωματικά φυτά (άνηθο, μαραθο, δενδρολίβανο, ρίγανη, κάπαρη) ακόμη και μπαχαρικά. Τα μπαχαρικά (πιπέρι, κανέλα, γαρίφαλο, κάρδαμο) εισάγονταν από την Ανατολή και φυσικά η τιμή τους ήταν απαγορευτική για το συνηθισμένο βυζαντινό τραπέζι.


Η ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΤΟ ΜΕΣΑΙΩΝΑ

—Η διατροφή κατά τον Μεσαίωνα ήταν πτωχή σε κεκορεσμένα λίπη, πλούσια σε λαχανικά και όσπρια, ενώ ο άνθρωπος εργαζόταν σκληρά και μάλιστα στην ύπαιθρο.

—Οι πλούσιοι της εποχής περιφρονούσαν τα λαχανικά και προτιμούσαν για το καθημερινό τους τραπέζι τεράστιες ποσότητες κρέατος και ψαριών. Μάλιστα, τα περισσότερα ήταν παστά καθώς το αλάτι αναλάμβανε τη συντήρησή τους στον χρόνο.

—Μετά από αυτά συνέχιζαν τα λουκούλεια γεύματα με είδη ζαχαροπλαστικής γεμάτα ζάχαρη και κρέμα.

—Τις τεράστιες ποσότητες φαγητού τις «ξέπλεναν» με πανάκριβα κρασιά και τις επτά -οκτώ μπίρες που καθημερινά κατανάλωναν.


Η ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΤΟΝ 15ο, 16ο, 17ο και 18ο ΑΙΩΝΑ

—Οι μεγάλες εξερευνήσεις, κατά τον 14ο και 15ο αιώνα, είχαν ως αποτέλεσμα την εισαγωγή και ανταλλαγή διαφορετικών ειδών προϊόντων και φυσικά την επιρροή στον τρόπο διατροφής των λαών.

—Οι Ισπανοί ήταν εκείνοι που εισήγαγαν νέα είδη φυτών στην Ευρώπη, όπως το καλαμπόκι από την Αμερική (Νέο Κόσμο) και την πατάτα από το Περού. Οι Ευρωπαίοι με τη σειρά τους διέδωσαν το καλαμπόκι στην Αφρική και τα φιστίκια, τα φασόλια και τον καπνό στην Κίνα.

—Την ίδια εποχή, εποχή της Αναγέννησης, στην Ευρώπη δημιουργήθηκαν νέα πρότυπα στις μεθόδους παρασκευής των τροφίμων και στον τρόπο παρουσίασης του φαγητού. Η κομψότητα και το εκλεπτυσμένο γούστο, που χαρακτήριζε άλλωστε την περίοδο αυτή, ήταν εμφανή στις συνεστιάσεις και τα γεύματα.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

—https://2iek-volou.mag.sch.gr/folders/eisigisis/internet/internet/istoriki.htm

—https://www.ellinikabaharika.gr/component/content/article/1-%CE%86%CF%81%CE%B8%CF%81%CE%B1/1315-%CE%99%CF%83%CF%84%CE%BF%CF%81%CE%AF%CE%B1-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%94%CE%B9%CE%B1%CF%84%CF%81%CE%BF%CF%86%CE%AE%CF%82

 

Παρακάτω μπορείτε να βρείτε την παρουσίαση που δημιουργήσαμε για την ιστορία της διατροφής: